Τα Χριστούγεννα και οι εορτασμοί του Δωδεκαήμερου δεν αποτελούν σημαντικές εορτές μόνο για την Ορθοδοξία, αλλά και για την πολιτιστική παράδοση των Ελλήνων, διότι συνοδεύονται από ποικίλα χαρακτηριστικά, γραφικά έθιμα. Τρία στοιχεία συνδέονται άρρηκτα στις εορταστικές εκδηλώσεις του Ελληνικού λαού: το θρησκευτικό πνεύμα, η ελληνική παράδοση και η έντεχνη προσαρμογή στις ανάγκες της καθημερινότητας.
Με παλιά έθιμα και παραδόσεις, που άντεξαν στο πέρασμα του χρόνου, ετοιμάζεται η Ελλάδα να υποδεχθεί τη γέννηση του Ιησού Χριστού, την πρώτη ημέρα του νέου έτους και τα Φώτα. Πόλεις και χωριά φωταγωγούνται, ντύνονται με αστραφτερά στολίδια για την άφιξη της πιο χαρούμενης γιορτής του Χριστιανισμού. Με τις αλλαγές στον τρόπο ζωής, τις οποίες συνεπαγόταν το πέρασμα του χρόνου, κάποια παραδοσιακά έθιμα χάθηκαν, όμως αρκετές τοπικές παραδόσεις εξακολουθούν να διατηρούνται και στις μέρες μας και προσδίδουν ανεπανάληπτο χριστουγεννιάτικο χρώμα στις γιορτινές ημέρες.
Το έθιμο του Χριστόξυλου
Το στόλισμα του χριστουγεννιάτικου δέντρου τόσο για τους μεγάλους όσο και για μικρούς είναι η ουσία των Χριστουγέννων. Ο ελληνικός “πρόγονος” του χριστουγεννιάτικου δέντρου θα μπορούσαμε να πούμε ότι ήταν το Χριστόξυλο. Επρόκειτο για ένα γερό και χοντρό ξύλο κομμένο από αχλαδιά ή κερασιά, είτε από πεύκο ή ελιά στη Βόρεια Ελλάδα. Το ξύλο αυτό μπορεί να έχει ετοιμαστεί και από το καλοκαίρι ακόμη ειδικά για τη χριστουγεννιάτικη νύχτα.
Την παραμονή των Χριστουγέννων, όταν όλη η οικογένεια συγκεντρωνόταν γύρω από την εστία του σπιτιού, ο νοικοκύρης του σπιτιού τοποθετούσε το Χριστόξυλο στο τζάκι και το άναβε, συνοδευμένο από την ευχή όλων να αντέξει για όλο το δωδεκαήμερο των εορτών, από τα Χριστούγεννα μέχρι και τα Θεοφάνεια. Η φωτιά έπρεπε να είναι αναμμένη για δύο λόγους: καταρχάς, για να ζεσταίνονται η Θεοτόκος και ο Χριστός στην κρύα σπηλιά της Βηθλεέμ, αλλά και για να διωχτούν από την κατοικία οι πονηροί δαίμονες- οι καλικάντζαροι, που τριγύριζαν επάνω στη γη από τα Χριστούγεννα.
Πριν ανάψουν το κούτσουρο, κάθε νοικοκυρά φρόντιζε να έχει τακτοποιήσει σχολαστικά το σπίτι και να καθαρίσει με ιδιαίτερη προσοχή την εστία, ώστε να μη απομείνει ούτε ίχνος από την παλιά στάχτη. Στη Χίο, όταν ο άντρας του σπιτιού έφερνε το Χριστόξυλο στο σπίτι, το έριχνε στη μέση του δωματίου και η οικογένεια το έραινε με αμύγδαλα και καρύδια, πριν το βάλει στο τζάκι. Η νοικοκυρά μετά το τέλος των γιορτών έπρεπε να κρατήσει τη στάχτη από το καμένο Χρυστόξυλο, γιατί θα προστάτευε το σπίτι και τα χωράφια από κάθε κακό. Την ημέρα των Φώτων τη σκόρπιζε γύρω απ’ το σπίτι, τους στάβλους και τα χωράφια.
Το τάισμα της βρύσης
Άλλο ένα πρωτότυπο έθιμο είναι το λεγόμενο “τάισμα της βρύσης”, που γίνεται λίγο μετά τα μεσάνυχτα της παραμονής των Χριστουγέννων. Οι κοπέλες πηγαίνουν τα χαράματα στην κοντινή βρύση του χωριού “για να κλέψουν το άκραντο νερό”. Το ονόμαζαν άκραντο, που σημαίνει αμίλητο, επειδή δε μιλούσαν καθόλου σ’ όλη τη διαδρομή μέχρι τη βρύση. Συνήθιζαν να αλείφουν τις βρύσες του χωριού με μέλι, με την ευχή να είναι ευτυχισμένος ο καινούργιος χρόνος, να τρέχει η ευημερία στο σπίτι τους, όπως τρέχει το νερό από τη βρύση, και να είναι η ζωή τους γλυκιά σα μέλι. Για να έχουν καλή σοδειά, «τάιζαν» τη βρύση με διάφορες λιχουδιές, όπως βούτυρο, ψωμί, τυρί, όσπρια ή κλαδιά ελιάς. Έλεγαν, μάλιστα, πως όποια θα πήγαινε πρώτη στη βρύση, αυτή θα στεκόταν η πιο τυχερή ολόκληρο το χρόνο. Ύστερα έριχναν στη στάμνα τρία χαλίκια, «έκλεβαν νερό» και επέστρεφαν στα σπίτια τους πάλι αμίλητες, μέχρι να πιούνε όλοι από το άκραντο νερό. Με το ίδιο νερό ράντιζαν και τις τέσσερις γωνίες του σπιτιού.
Το Χριστόψωμο
Από τις χριστουγεννιάτικες προετοιμασίες, η πιο χαρακτηριστική και μάλλον η πιο διαδεδομένη είναι το ζύμωμα του Χριστόψωμου. Το ζύμωμα αυτό θεωρούταν ευλογημένο έργο και οι νοικοκυρές έφτιαχναν τη ζύμη με ιδιαίτερη φροντίδα και κατάνυξη, πολλές φορές χρησιμοποιούσαν ειδική μαγιά, που σε κάποιες συνταγές περιείχε και αποξηραμένο βασιλικό. Οι γυναίκες στην Κρήτη, καθώς και στις περισσότερες περιοχές της Ελλάδας, χρησιμοποιούσαν εκλεκτά υλικά: ψιλοκοσκινισμένο αλεύρι, ανθόνερο, μέλι, ξηρούς καρπούς, κανέλα και γαρίφαλο. Όσο κρατούσε η διαδικασία, οι γυναίκες συνήθιζαν να λένε: «Ο Χριστός γεννιέται, το φως ανεβαίνει, το προζύμι για να γένει». Κατόπιν με τη μισή ζύμη έφτιαχναν μια μεγάλη κουλούρα. Με λωρίδες από την υπόλοιπη ζύμη έπλαθαν ένα σταυρό και το τοποθετούσαν στη μέση της κουλούρας, ενώ το κέντρο του σταυρού το διακοσμούσαν με ένα άσπαστο καρύδι. Την υπόλοιπη επιφάνεια του Χριστόψωμου στόλιζαν με διάφορα σχήματα, όπως λουλούδια, φύλλα, καρπούς και πουλιά, που τα σχημάτιζαν με ένα μαχαίρι ή πιρούνι. Τα σχέδια αυτά είχαν και συμβολικό χαρακτήρα και έδειχναν την ενασχόληση του νοικοκύρη: π.χ. στάχυα, βόδια και άροτρο του γεωργού, πρόβατα και μαντρί του τσοπάνη.
Σε διάφορα μέρη της Ελλάδας το Χριστόψωμο το έφτιαχναν με ποικίλες μορφές. Αλλά το απαραίτητο στοιχείο κάθε Χριστόψωμου ήταν ο σταυρός επάνω του. Γύρω από το σταυρό έφτιαχναν διάφορα διακοσμητικά, όμορφα χαραγμένα επάνω στο ζυμάρι ή πρόσθετα στολίδια, που πάντα συμβόλιζαν την ευχή για την παραγωγή των ζώων και την πλούσια σοδειά και την αφθονία και την προκοπή. Μερικοί συνήθιζαν στη μέση του χριστόψωμου να τοποθετούν ένα άβαφο αυγό, που συμβόλιζε τη γονιμότητα. Για όλους, όμως, τα χριστόψωμα αποτελούσαν το βασικό ψωμί των Χριστουγέννων και το ευλογημένο, αφού θα στήριζε τη ζωή τους.
Στην Ιθάκη το Χριστόψωμο ήταν μακρόστενο, για να μοιάζει με το φασκιωμένο Χριστό, ενώ σε κάποιες περιοχές της Δράμας επάνω σε ένα μεγάλο στρογγυλό ψωμί έπλαθαν και τοποθετούσαν ένα μικρότερο. Το μεγάλο συμβόλιζε τη σπηλιά της Βηθλεέμ και το μικρό τον ίδιο το Χριστό. Πολύ χαρακτηριστικό για τους συμβολισμούς του, με ολόκληρη στάνη επάνω, ήταν το χριστόψωμο των Σαρακατσάνων, οι οποίοι έψηναν και ένα άλλο ψωμί ειδικά για τα γιδοπρόβατά τους. Στο παρελθόν ακόμη και τα ζώα είχαν μερίδα στο χριστόψωμο. Ψωμιά για τα ζώα συνηθίζονταν στην Καστοριά, όπου έφτιαχναν κουλούρες με παραστάσεις ζώων και γεωργικών εργαλείων και τις έδιναν μαζί με αλάτι στα ζώα. Αλλά ακόμη και σε περιοχές που δεν έφτιαχναν ειδικό ψωμί, οι χωρικοί έπαιρναν από το δικό τους και το έδιναν στα ζώα να το φάνε, για να ευλογηθούν κι αυτά.