ΕΛΛΗΝΕΣ στην ΙΣΤΟΡΙΑ της ΡΩΣΙΑΣ.
ΙΩΑΝΝΗΣ ΒΑΡΒΑΚΗΣ – Ο Ιωάννης Βαρβάκης (Ψαρά 24 Ιουνίου 1745 – Ζάκυνθος 10 Ιανουαρίου 1825) ήταν εθνικός ευεργέτης από τα Ψαρά, γιος του Ανδρέα Λεοντή (Λεοντίδη) και της Μαρώς Μόρου. Μέγας Ευεργέτης του Έθνους, ευφυής και δραστήριος έμπορος.
ΙΩΑΝΝΗΣ ΒΑΡΒΑΚΗΣ.
Βιογραφία.
ΙΩΑΝΝΗΣ ΒΑΡΒΑΚΗΣ – Ο Ιωάννης Βαρβάκης (Ψαρά 24 Ιουνίου 1745 – Ζάκυνθος 10 Ιανουαρίου 1825) ήταν εθνικός ευεργέτης από τα Ψαρά, γιος του Ανδρέα Λεοντή (Λεοντίδη) και της Μαρώς Μόρου.[1] Μέγας Ευεργέτης του Έθνους, ευφυής και δραστήριος έμπορος.
Κατά το ρωσοτουρκικό πόλεμο πήρε μέρος σαν κυβερνήτης πυρπολικού, ενώ ήταν ήδη πλοίαρχος εμπορικού πλοίου. Κατά τα Ορλωφικά (1770), ήταν ένας από τους Έλληνες ορθοδόξους που συντάχθηκε με τα στρατεύματα της Αικατερίνης Β' ενάντια στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ως Ψαριανός πλοιοκτήτης εκποίησε ολόκληρη την περιουσία του για να εξοπλίσει με κανόνια και να επανδρώσει με στρατιώτες ένα από τα πλοία του, με σκοπό τη ναυτική σύγκρουση με τους Τούρκους. Το πλοίο του ήταν ένα σεμπέκο. Το βράδυ της 26ης Ιουνίου 1770 ο Βαρβάκης με το πλοίο του, μια σεμπέκα, συμμετέχει σε επιχείρηση πυρπόλησης του τουρκικού στόλου στον όρμο του Τσεσμέ. Μετά το πέρας τής επιχείρησης ο Ορλώφ τον συνεχάρη και στις 21 Οκτωβρίου 1772 με επίσημο έγγραφο η Αικατερίνη της Ρωσίας τον ενέταξε στις στρατιωτικές δυνάμεις της Αυτοκρατορικής Ρωσίας με το βαθμό του υπολοχαγού.
Μετά τη λήξη του Τρίτου Ρωσοτουρκικού πολέμου (1768-1774) και την υπογραφή της Συνθήκης του Κιουτσούκ Καϊναρτζή ο Βαρβάκης επέστρεψε στα Ψαρά, αφού είχε αγοράσει με δικά του χρήματα ένα βρίκιον και συνέχισε την εμπορική και πειρατική του δραστηριότητα. Όντας επικηρυγμένος από τους Οθωμανούς ταξίδεψε στην Κωνσταντινούπολη, χωρίς να υπολογίζει το πόσο εχθρικό ήταν το περιβάλλον εκεί για αυτόν. Καθώς διαπραγματευόταν στην Κωνσταντινούπολη την πώληση ενός τρικάταρτου πλοίου, οι τουρκικές αρχές το κατέλαβαν και το δήμευσαν.
Πάμπτωχος κατέφυγε στην Οδησσό και από εκεί στην Πετρούπολη, όπου έγινε δεκτός σε ακρόαση από την Αικατερίνη και ζήτησε τη βοήθεία της.
Η αυτοκράτειρα τον ενίσχυσε οικονομικά και του παραχώρησε το δικαίωμα αλιείας κατεργασίας και παρασκευής χαβιαριού, δημιουργώντας στην πόλη Αστραχάν της Κασπίας μεγάλο εργοστάσιο. Ήταν ο πρώτος που έκανε εξαγωγή του διατηρημένου αυτού προϊόντος. Ασχολήθηκε με την κατασκευή χαβιαριού στην Κασπία, όπου κατόρθωσε να αποκτήσει και την κυριότητα τριών νησίδων Ήταν ο πρώτος που έκανε εξαγωγή του διατηρημένου αυτού προϊόντος.
Από το 1812 βρέθηκε στο Ταγκανρόγκ και από το 1815 εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στο Ταϊγάνι, όπου μετέφερε όλη σχεδόν την κινητή περιουσία του, για να βρίσκεται κοντά στην Οδησσό, κέντρο της Φιλικής Εταιρίας της οποίας υπήρξε ηγετικό μέλος και χρηματοδότης. Είναι ο μόνος που στα έγγραφά της αποκαλείται με το όνομά του. Είχε δώσει, εν τω μεταξύ, μέρος από την τεράστια περιουσία του για κοινωφελή έργα στη Ρωσία (νοσοκομεία, γέφυρες, διώρυγες) επίσης χρηματοδότησε την ανέγερση διδακτηρίου στη Σινασό, την παλιά Ναζιανζό πατρίδα του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου και γι' αυτό παρασημοφορήθηκε από τον Τσάρο και του δόθηκε και τίτλος ευγένειας Κομνηνός, με το επίθετο Βαρβάκης.
Ανέπτυξε έντονη φιλανθρωπική και κοινωνική δράση στην περιοχή Αστραχάν και Ταϊγανίου, αλλά και εκχώρησε μεγάλες δωρεές για την ενίσχυση του Αγώνα, την παιδείας στην Ελλάδα, ίδρυσε το γνωστότατο Βαρβάκειο Λύκειο.
Ο Ιωάννης Βαρβάκης προσέφερε πάρα πολλά στον Αγώνα πριν και κατά την περίοδο της Ελληνικής Επανάστασης του 1821. Αρχικά βοήθησε με πάρα πολλούς τρόπους τις ελληνικές κοινότητες στη Ρωσία και ιδιαίτερα την κοινότητα της πόλης που έμενε. Από την τσαρική κυβέρνηση μαζί με το παράσημο είχε ανακηρυχτεί αρχηγός των ευγενών του Άστραχαν. Αυτός ο τίτλος, εκτός από την περιουσία του, συντέλεσε, ώστε να έχει μεγάλη επιρροή στους κύκλους των Ρώσων ευγενών. Ο Βαρβάκης με έξοδα δικά του εξόπλισε τους ομογενείς που πολεμούσαν με τον Αλέξανδρο Υψηλάντη. Επίσης. μέσω του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως κατάφερε να εξαγοράσει πάρα πολλούς Έλληνες αιχμαλώτους. Ο Βαρβάκης πάνω απ' όλα βοήθησε τον αγώνα των Ψαριανών, των συμπατριωτών του. Έστειλε τρόφιμα και διάφορα άλλα εφόδια. Μετά την καταστροφή των Ψαρών, το 1824, ήρθε στην Ελλάδα, για να βοηθήσει με κάθε μέσο τους πρόσφυγες. Κατά την παραμονή του στην Ελλάδα ονομάστηκε με ψήφισμα του Βουλευτικού μέγας ευεργέτης του Έθνους.
Λόγω ασθένειας επέστρεψε από το Ναύπλιο στη Ζάκυνθο για θεραπεία. Οι Άγγλοι δεν του επέτρεψαν να βγει στην πόλη της Ζακύνθου λόγω της λοιμώδους νόσου από την οποία έπασχε. Στο λοιμοκαθαρτήριο έφτασε στις 21 Δεκεμβρίου 1824. [16]Πέθανε τα ξημερώματα της 12ης Ιανουαρίου 1825. Το Εκτελεστικό και το Βουλευτικό στη συνεδρίαση της 26ης Φεβρουαρίου 1825 εξέδωσαν ψηφίσματα και διαταγές για την τήρηση πανελλήνιου πένθους.
Στη διαθήκη του άφησε 1.000.000 ρούβλια κληροδότημα για την ίδρυση του Βαρβακείου Λυκείου, και το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας του στο ελληνικό Δημόσιο για κοινωφελείς σκοπούς. Κατέθεσε τα χρήματα που χρειάστηκαν για την ανέγερσή του σε ρωσική τράπεζα και το 1857 άρχισε το κτίριο της Βαρβακείου Σχολής, με σχέδια και επίβλεψη του Παναγιώτη Κάλκου. Άρχισε να κτίζεται, για να ολοκληρωθεί το 1859. Με δική του δωρεά κατασκευάστηκε η κλειστή αγορά της Αθήνας (Βαρβάκειος Αγορά), ενώ επίσης χρηματοδότησε την ανέγερση διδακτηρίου στη Σινασό Καππαδοκίας, την παλιά Ναζιανζό, πατρίδα του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου. Το Βαρβάκειο Λύκειο κτίστηκε κοντά στη σημερινή οδό Αθηνάς. Ιδρύθηκε το 1857 και από το 1886 και μετά λειτούργησε σαν Πρακτικό Λύκειο, αφιερωμένο σχεδόν αποκλειστικά στη σπουδή των θετικών επιστημών. Ήταν το μοναδικό Λύκειο του είδους του στη χώρα για πολλά χρόνια. Το παλιό κτίριο καταστράφηκε στα Δεκεμβριανά (1944). Σήμερα λειτουργεί γυμνάσιο και λύκειο με το όνομα «Βαρβάκειος Σχολή» σε νέο κτίριο στα όρια του δήμου Αθηναίων και δήμου Φιλοθέης-Ψυχικού.
Η ζωή του Βαρβάκη αποτέλεσε πεδίο έμπνευσης, το 2012, για την κινηματογραφική ταινία Ο Θεός αγαπάει το χαβιάρι του Έλληνα σκηνοθέτη Γιάννη Σμαραγδή με πρωταγωνιστές τον Σεμπάστιαν Κοχ και την Κατρίν Ντενέβ.