31 декабря 1953 года. Земля все еще тряслась. Энцелад не призывал забыть о страдающих островах Ионического моря, Кефалонии, Закинфе и Итаке, которые продолжали залечивать свои раны.
Прошел 141 день после великого землетрясения 12 августа, превратившего все существующее в руины, похоронив между собой все мечты о лучшем завтра...
■ ■ ■
Хоть я и был очень молод, я во всех подробностях помню, что происходило в дни разрушения. Боль и отчаяние записывают несмываемыми чернилами сцены из жизни ребенка...
Это было утро воскресенья, 9 августа . Моя бабушка, мать моего отца, ходила в церковь с моим шестимесячным братом, пока мама готовила воскресный стол. Я беззаботно играл на большом балконе, только что оправившись от какой-то детской болезни.
И хотя все было спокойно, как каждое воскресное утро в Аргостоли перед землетрясением, послышался крик, а затем начались взлеты и падения первого сильного толчка. Это стало началом трагедии с невероятными последствиями для жителей островов.
Моя мать в панике выбежала на балкон, чтобы найти меня. Через несколько минут пришла моя бабушка, задыхающаяся, с моим братом на руках. «Одна стена Святого Спиридона открылась... Церковь опустела за несколько секунд», - рассказал он нам.
Последовавшая за этим трапеза не имела ничего общего с обычным воскресным семейным столом. Все думали и переживали, что нам делать. В конце концов, мнение о превентивном выходе из дома возобладало, и это решение оказалось спасительным.
Страшное землетрясение 12 августа застало нас под деревом на фараоновом холме, на котором был построен Аргостоли... Результаты ярости Энцелада известны. Продолжение трагично...
■ ■ ■
Часы тянулись медленно, мучительно медленно.
Прибыли первые израильские, британские и греческие военные корабли, предложив все, что могли, острову, погруженному в хаос, нищету и траур.
Я помню, как транспортные самолеты ВВС сбрасывали на нас консервные банки и первые сцены. Эти палатки стали нашим убежищем, только это убежище было уязвимо для непогоды, так как было лето, а это значит, что они не были водонепроницаемыми – или, по крайней мере, палатка, которую нам дали, не была водонепроницаемой.
Так начались испытания дождем.
Незадолго до Рождества мы переехали – мои родители, мой брат и я – из палатки в хижину. Комната со всем и вся, которая защищала нас только от ветра, потому что холод проникал в нее так же, как и дождь.
Крыша была сделана из толя, поэтому крепежные винты превратили ее в… дуршлаг! Мой отец продолжал его ремонтировать, но дождь всегда находил способ усложнить нам жизнь, как в ночь первого Нового года после землетрясения.
Свет масляной лампы мерцал, бросая тусклый свет на «рождественскую елку» — оливковую ветвь, которую мама украсила тканевыми украшениями. Мой брат спал, а родители говорили на темы, которые меня в детстве не интересовали. На улице безостановочно шел дождь.
Крыша снова потекла. Капли падали на денеке, который тогда был ценным семейным имуществом в такие критические моменты, как этот, за два или три часа до того, как мы встретили 1954 год.
И вот я сидел на поврежденном землетрясением стуле, испуганный, без игрушек, без подарков, и считал капли дождя, падающие на берлогу...
Дуп , дуп , дуп ...
Раз, два, три..., десять... и снова сначала, ведь до тех пор я умел считать...
■ ■ ■
«Просыпайся, дитя мое, сейчас Новый год…». Слова матери прервали мою детскую мечту.
Я оглянулся вокруг…
Ничего не изменилось со вчерашнего вечера. За окном дождь не утихал. Внутри все еще падали капли с крыши хижины…
Дуп , дуп , дуп ...
Раз, два, три..., десять... и снова сначала... бесчисленные десятки, как бесчисленны были те часы и трудности жизни...
Джордж Мессарис
НА ФОТОГРАФИИ:
Территория фараона сегодня. Здесь были установлены палатки, лачуги, а позже и ларьки. Место, где я прожил очень трудный период своего детства...
Μετρώντας τις σταγόνες της βροχής
31 Δεκεμβρίου 1953. Η γη εξακολουθούσε να ταρακουνιέται. Ο Εγκέλαδος δεν έλεγε να ξεχάσει τα ταλαίπωρα νησιά του Ιονίου, την Κεφαλονιά, τη Ζάκυνθο και την Ιθάκη, που συνέχιζαν να μετρούν τις πληγές τους.
Είχαν περάσει 141 μέρες από το μεγάλο σεισμό της 12ης Αυγούστου που μετέτρεψε ό,τι στεκόταν σε ερείπια θάβοντας ανάμεσά τους κάθε όνειρο για ένα καλύτερο αύριο…
■ ■ ■
Παρότι πολύ μικρός θυμάμαι με κάθε λεπτομέρεια τα όσα διαδραματίστηκαν τις μέρες του ολέθρου. Ο πόνος και η απόγνωση καταγράφουν με ανεξίτηλο μελάνι τις σκηνές που ζει ένα παιδί…
Ήταν Κυριακή πρωί της 9ης Αυγούστου. Η γιαγιά μου, η μητέρα του πατέρα μου, είχε πάει στην εκκλησία με τον μόλις έξη μηνών αδελφό μου, ενώ η μητέρα μου ετοίμαζε το κυριακάτικο τραπέζι. Εγώ έπαιζα αμέριμνα στο μεγάλο μπαλκόνι έχοντας μόλις αναρρώσει από κάποια παιδική ασθένεια.
Και ενώ όλα ήταν ήρεμα, όπως κάθε Κυριακή πρωί στο προσεισμικό Αργοστόλι, ακούστηκε μια βοή και μετά άρχισαν τα σκαμπανεβάσματα της πρώτης ισχυρής δόνησης. Ήταν η αρχή μιας τραγωδίας με απίστευτες συνέπειες για τους κατοίκους των νησιών.
Η μητέρα μου έτρεξε πανικόβλητη στο μπαλκόνι να με βρει. Λίγα λεπτά αργότερα έφτασε η γιαγιά μου λαχανιασμένη έχοντας στην αγκαλιά της τον αδελφό μου. «Άνοιξε ο ένας τοίχος του Άγιου Σπυρίδωνα… Η εκκλησιά άδειασε σε λίγα δευτερόλεπτα» μας είπε.
Το γεύμα που ακολούθησε δεν έμοιαζε σε τίποτα με το συνηθισμένο κυριακάτικο οικογενειακό τραπέζι. Όλοι σκεπτικοί και ανήσυχοι συζητούσαν για το τί έπρεπε να κάνουμε. Τελικά επικράτησε η άποψη της προληπτικής εγκατάλειψης των σπιτιών μας, απόφαση που αποδείχτηκε σωτήρια.
Ο τρομερός σεισμός της 12ης Αυγούστου μας βρήκε κάτω από ένα δένδρο στο λόφο του Φαραώ πάνω στον οποίο ήταν κτισμένο το Αργοστόλι… Τα αποτελέσματα της μανίας του Εγκέλαδου γνωστά. Η συνέχεια τραγική…
■ ■ ■
Οι ώρες περνούσαν αργά, βασανιστικά αργά.
Έφτασαν τα πρώτα ισραηλινά, βρετανικά και ελληνικά πολεμικά πλοία προσφέροντας ό,τι μπορούσαν σε ένα νησί που είχε βυθιστεί στο χάος, στη δυστυχία, στο θρήνο.
Θυμάμαι τα μεταγωγικά αεροσκάφη της Πολεμικής Αεροπορίας μάς πετούσαν κονσέρβες και τις πρώτες σκηνές. Οι σκηνές αυτές έγιναν το καταφύγιό μας μόνο που αυτό το καταφύγιο ήταν ευάλωτο στα στοιχεία της φύσης αφού ήταν καλοκαιρινές, δηλαδή δεν ήταν αδιάβροχες – ή τουλάχιστον η σκηνή που δόθηκε σε μας δεν ήταν αδιάβροχη.
Έτσι άρχισε το μαρτύριο της βροχής.
Λίγο πριν τα Χριστούγεννα μετακομίσαμε – οι γονείς μου, ο αδελφός μου και εγώ – από τη σκηνή σε μια παράγκα της συμφοράς. Μια κάμαρα όλη και όλη που μας προστάτευε μόνο από τον αέρα γιατί το κρύο τη διαπερνούσε όπως και η βροχή.
Η στέγη ήταν από πισσόχαρτο που οι πρόκες στερέωσής του το είχαν κάνει… σουρωτήρι! Ο πατέρας μου την επιδιόρθωνε συνέχεια αλλά η βροχή εύρισκε πάντα τρόπο να μας κάνει τη ζωή δύσκολη όπως το βράδυ της πρώτης μετασεισμικής Παραμονής Πρωτοχρονιάς.
Το φως της λάμπας πετρελαίου τρεμόσβηνε ρίχνοντας αμυδρό φως στο «χριστουγεννιάτικο δένδρο», ένα κλωνάρι ελιάς που η μητέρα μου είχε διακοσμήσει με πάνινα στολίδια. Ο αδελφός μου κοιμόταν και οι γονείς μου μιλούσαν για θέματα που δεν κέντριζαν το παιδικό μου ενδιαφέρον. Έξω έβρεχε ασταμάτητα.
Η οροφή έσταζε και πάλι. Οι σταγόνες έπεφταν σε ένα ντενεκέ που ήταν ένα πολύτιμο τότε περιουσιακό στοιχείο της οικογένειας για κρίσιμες στιγμές όπως αυτές, δυο-τρείς ώρες πριν υποδεχτούμε το 1954.
Και εγώ εκεί, καθισμένος πάνω σε μια σεισμόπληκτη καρέκλα τρομαγμένος, χωρίς παιγνίδια, χωρίς δώρα, μετρούσα τις σταγόνες της βροχής που έπεφταν στο ντενεκέ…
Ντουπ, ντουπ, ντουπ…
Μία, δύο, τρεις…, δέκα… και πάλι από την αρχή αφού μέχρι εκεί ήξερα να μετράω…
■ ■ ■
«Ξύπνα παιδί μου, είναι Πρωτοχρονιά…». Τα λόγια της μητέρας μου διέκοψαν το παιδικό μου όνειρο.
Κοίταξα γύρω μου…
Τίποτα δεν είχε αλλάξει από το προηγούμενο βράδυ. Έξω η βροχή δεν έλεγε να σταματήσει. Μέσα οι σταγόνες εξακολουθούσαν να πέφτουν από την οροφή της παράγκας…
Ντουπ, ντουπ, ντουπ…
Μία, δύο, τρεις…, δέκα… και πάλι από την αρχή… αμέτρητες δεκάδες, όπως αμέτρητες ήταν εκείνες τις ώρες και οι δυσκολίες της ζωής…
Γιώργος Μεσσάρης
ΣΤΗ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ:
Η περιοχή του Φαραώ σήμερα. Εδώ είχαν στηθεί οι σκηνές, οι παράγκες και αργότερα τα παραπήγματα. Ο τόπος που έζησα μια πολύ δύσκολη περίοδο των παιδικών μου χρόνων…
Греческий Культурный Центр в Москве
Наш адрес: Москва, Алтуфьевское шоссе, д. 44; Тлф.: +7 (495) 7084809. Все контакты
Карта сайта